Νίκος Νικολόπουλος – Δρ. Μηχανολόγος Μηχανικός E.Μ.Π,
Ανδρέας Σφακιανάκης – Μηχανολόγος Μηχανικός MSc, μέλος ΔΣ Συλλόγου Νισυρίων “Γνωμαγόρα”
Νίκος Φραντζής – Πολιτικός Μηχανικός, Αντιπρόεδρος Συλλόγου Νισυρίων “Γνωμαγόρα”
ΝΙΣΥΡΟΣ ΚΑΙ ΓΕΩΘΕΡΜΙΑ: ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ
(Περίληψη κειμένου)
Στόχος του εν λόγω άρθρου είναι να προσπαθήσει να ενημερώσει υπεύθυνα και με επιστημονική έως ένα βαθμό προσέγγιση τη Νισυριακή κοινότητα, διατηρώντας απλουστευμένο τρόπο γραφής, σχετικά με το θέμα της Γεωθερμίας που έχει αναθερμανθεί στο νησί μας. Οφείλουμε να αναφέρουμε πως δεν είμαστε εκ των προτέρων αρνητικοί απέναντι στην εκμετάλλευση της γεωθερμικής ενέργειας στον Ελλαδικό χώρο, καθώς και κάθε ανανεώσιμης πηγής ενέργειας για την παραγωγή απαραίτητης ηλεκτρικής ενέργειας. Εναρκτήριο λάκτισμα της προσπαθειάς μας αυτής είναι η διατήρηση της μοναδικότητας και της ομορφιάς της Νισύρου.
Ιστορική Αναδρομή
Το γεωθερμικό δυναμικό της χώρας μας άρχισε να ερευνάται, να αξιολογείται και να καταγράφεται από το 1972. Κύριος φορέας βασικής έρευνας ήταν το ΙΓΜΕ (Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών), το οποίο και έχει καλύψει σημαντικό τμήμα το Ελλαδικού χώρου. Η συστηματική αξιολόγηση και επεξεργασία των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν για τον προσδιορισμό του γεωθερμικού δυναμικού, άρχισε το 1977, ως απόρροια μιας γενικευμένης συμφωνίας συνεργασίας ανάμεσα στη ΔΕΗ και την ΕΝΕL (Ιταλία).
Το ξεκίνημα του ερευνητικού προγράμματος επικεντρώθηκε στα νησιά της Μήλου, της Νισύρου και της Λέσβου, καθώς και τις περιοχές των Μεθάνων, Σπερχειού, και Αιδηψού – περιοχές δηλαδή που από την αρχαιότητα ήταν γνωστές για τις θερμές πηγές τους. Στη συνέχεια προστέθηκαν και άλλες περιοχές, όπως η Κώς, η Σαντορίνη, η Κίμωλος, η ευρύτερη περιοχή του Στρυμώνα, της Ξάνθης, της Σαμοθράκης του Έβρου και άλλες [1].
Το Γεωθερμικό Πεδίο της Νισύρου
Οι γεωλογικές έρευνες ξεκίνησαν το 1973 περιλαμβάνοντας εννέα συνολικά ερευνητικές γεωτρήσεις μέσου βάθους 70m μέσα στην καλδέρα του ηφαιστείου. Οι πρώτες ενδείξεις αποκάλυψαν τη μεγάλη θερμική ανωμαλία της περιοχής, δεδομένου ότι η γεωθερμική βαθμίδα, δηλαδή το πόσο αυξάνεται η θερμοκρασία ανά μονάδα βάθους (συνήθως ως μονάδα βάθους ορίζονται τα 100m), φθάνει μέχρι και 20 φορές την τιμή της μέσης γήινης.
Από τα συμπεράσματα αυτά προέκυψε πως το γεωθερμικό δυναμικό της είναι της τάξης των 40-50MW. Με δεδομένες τις ενεργειακές ανάγκες του νησιού (1-2MW), είναι δυνατή η ηλεκτροδότηση στο γειτονικό νησιωτικό συγκρότημα που περιλαμβάνει την Κώ, Τήλο, Κάλυμνο και Λέρο [1].
Οι μετέπειτα βαθιές γεωτρήσεις έρευνας παραγωγής σε βάθος 2000m αποκάλυψαν ταμιευτήρα υψηλής ενθαλπίας (εκμεταλλεύσιμο για την παραγωγή ενέργειας), στο εσωτερικό της καλδέρας. Το σενάριο υλοποίησης της γεωθερμίας προέβλεπε κατ’αρχήν την εγκατάσταση δύο μονάδων 5MW η καθεμία. Βάση μελέτης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, έχει επιλεχθεί το ακατοίκητο νότιο μέρος του νησιού, 3 km νοτιοανατολικά των Νικιών (Αγία Ειρήνη) σε σημείο που δεν είναι ορατό, όπου θα γίνει διάνοιξη πέντε πηγαδιών και εγκατάσταση μιας μονάδας 10MW περιβαλλοντικά αποδεκτής και οικονομοτεχνικά συμφέρουσας, κατά την άποψη της ΔΕΗ.
Πλεονεκτήματα και Μειονεκτήματα Αξιοποίησης της Γεωθερμίας [3] [7]
Μερικά από τα κυριότερα πλεονεκτήματα που συνδέονται με την αξιοποίηση της γεωθερμικής ενέργειας είναι τα πιο κάτω:
1. Η γεωθερμία αποτελεί ανανεώσιμη πηγή ενέργειας στην περίπτωση που λαμβάνεται μέριμνα για την ανανέωση των γεωθερμικών ρευστών στον ταμιευτήρα.
2. Αποτελεί μια σχετικά ασφαλή και ήπια μορφή ενέργειας εφόσον λαμβάνονται αποδεκτά μέτρα για την παρεμπόδιση ανεπιθύμητων εκλύσεων αερίων και τη διαχείριση του αλμόλοιπου. Το τι είναι ο αλμόλοιπος θα εξηγήσουμε πιο κάτω.
3. Το κόστος λειτουργίας ενός γεωθερμικού σταθμού είναι μικρότερο σε σύγκριση με το κόστος λειτουργίας άλλων ανανεώσιμων μορφών ενέργειας (π.χ αιολικά πάρκα).
4. Η γεωθερμική ενέργεια, εκτός από την παραγωγή ισχύος, στην τελική υποβαθμισμένη μορφή της, δηλαδή όταν η ενθαλπία είναι χαμηλή, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αγροτικές καλλιέργειες, οικιακή ψύξη και θέρμανση. Ο τρόπος αυτός εκμετάλλευσης σε κάθε περίπτωση μας βρίσκει σύμφωνους όσον αφορά την ανάπτυξη και την κάλυψη αντιστοίχων ενεργειακών αναγκών της Νισύρου.
5. Είναι εφικτή η παραγωγή χρήσιμων παραπροϊόντων από την επεξεργασία του γεωθερμικού ρευστού.
Ανάμεσα στα μειονεκτήματα της γεωθερμικής εκμετάλλευσης περιλαμβάνονται:
1. To σχετικά υψηλό κόστος των έργων για την αξιοποίηση του γεωθερμικού πεδίου
2. Η έλλειψη εκτεταμένης κατασκευαστικής εμπειρίας σε μονάδες ισχύος που εκμεταλεύονται γεωθερμικά πεδία ενεργών ηφαιστείων.
3. Το αναπόφευκτο γεγονός πως η αξιοποίηση της γεωθερμίας συνοδεύεται απο αναγκαστική – απαραίτητη στις αρχικές δοκιμές, αλλά και λόγω ατυχημάτων – έκλυση στην ατμόσφαιρα ρυπαντών όπως το υδρόθειο και η αμμωνία.
4. Τα προβλήματα διάθεσης του αλμόλοιπου, είτε με επανεισαγωγή σε γεωτρήσεις είτε με διάθεση στη θάλασσα.
5. Η περιορισμένη ζωή (περίπου 15-25 έτη) των πηγαδιών γεώτρησης και του λοιπού εξοπλισμού, καθώς η πίεση εξόδου του γεωθερμικού ρευστού (ατμός) από μια παραγωγική γεώτρηση μειώνεται ετησίως με ρυθμό 5% έως 10%. Επιπλέον τα γεωθερμικά ρευστά περιέχουν σημαντικό αριθμό ρυπαντών, που αφενός επικάθονται στα διάφορα μέρη της εγκατάστασης, αφετέρου διαβρώνουν μέρη του εξοπλισμού της μονάδας. Οι κυριότεροι ρυπαντές είναι μικρά κατάλοιπα πετρωμάτων που αιωρούνται στο γεωθερμικό ρευστό, όπως άλατα χλωρίου, νατρίου κλπ, καθώς και διάφορα διαλελυμένα αέρια όπως το μεθάνιο, το υδρόθειο κ.α. Τέλος, οι σημαντικές ποσότητες αλάτων στο γεωθερμικό ρευστό της γεώτρησης επιταχύνουν την ηλεκτρολυτική διάβρωση των υλικών της εγκατάστασης. Η εμπειρία έχει δείξει πως η διάρκεια ζωής του τεχνικού εξοπλισμού μιας γεωθερμικής μονάδας εκτιμάται στα 25 περίπου έτη, ενώ για τα εξαρτήματα της γεώτρησης, ο ονομαστικός χρόνος ζωής τους είναι περίπου 10 έτη, ο πραγματικός είναι μικρότερος.
6. Δύσκολός ο υπολογισμός του αριθμού γεωτρήσεων, καθώς και η διάταξη τους, ώστε να μην επηρεάζεται η μια από την λειτουργία των άλλων, καθώς και η πρόβλεψη για κατασκευή νέων σε περίπτωση που απαιτείται αύξηση της παραγωγής ή που η παροχή των ήδη υπαρχόντων γεωτρήσεων μειωθεί μετά την πάροδο των χρόνων. Να σημειωθεί ότι ο διαθέσιμος χώρος πεδίου στη Νίσυρο είναι ελάχιστος – μόλις 3Km2 – και σε καμία περίπτωση δεν επαρκεί για την εγκατάσταση ηλεκτροπαραγωγής έως και 50 MWe.
Ανάλογα με τη σύσταση του εδάφους και τον ρυθμό επανεισαγωγής του ρευστού στη γεώτρηση εισαγωγής, είναι δυνατή η πρόκληση μικρό-σεισμικότητας της τάξης των 3-4R, η οποία γίνεται αισθητή σε ακτίνα 3-5km, όπως στην περίπτωση της Βασιλείας [12].
Η Σχέση της Γεωθερμίας με το Περιβάλλον
Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ένα πράγμα. Ως μηχανικοί γνωρίζουμε πως οι γεωθερμικές εγκαταστάσεις παραγωγής ισχύος είναι κατά γενική ομολογία ‘καθαρότερες’ σε σύγκρίση με αντίστοιχες συμβατικές που χρησιμοποιούν οργανικά καύσιμα (πετρέλαιο, λιγνίτης). Παρ’όλα αυτά δεν αναιρείται το γεγονός πως αναπόφευκτα υπάρχουν μικρές ή μεγάλες επιπτώσεις στο γειτονικό περιβάλλον κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους.
Αέριοι ρύποι
Τα κύρια περιβαλλοντικά προβλήματα από την αξιοποίηση της γεωθερμίας συνοψίζονται στην έκλυση επικίνδυνων και δύσοσμων αερίων κατά τη φάση της γεώτρησης (όπως προαναφέραμε, υδρόθειο, αμμωνία, μονοξείδιο του άνθρακα), καθώς και στα προβλήματα διάθεσης του παραγόμενου σαν παραπροϊόν της παραγωγικής διαδικασίας αλμόλοιπου [5].
Για το θέμα της εκπομπής βλαβερών αερίων, υπάρχουν τεχνολογικές λύσεις (μονάδες δέσμευσης του υδρόθειου) που μπορούν πρακτικά να περιορίσουν τις τιμές των αερίων αυτών σε μη ανιχνεύσιμα επίπεδα, με οικονομικό κόστος που διαφοροποιείται κατά περίπτωση και σχετίζεται είτε με την αρχική εγκατάσταση και συντήρηση, είτε με τη λειτουργία τους και είναι σχετικά υψηλό [6], [9]. Παρ όλα αυτά η ανησυχία μας είναι έκδηλη αφού σε ήδη υπάρχοντες συμβατικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα (λιγνιτικοί σταθμοί), δεν έχουν ληφθεί σύγχρονα μέτρα αντιρύπανσης εξαιτίας του υψηλού κόστους τους.
Το πρόβλημα που προκύπτει είναι ξεκάθαρα χωροταξικό. Η κοντινή απόσταση της προτεινόμενης τοποθεσίας του εργοστασίου με τα Νικιά (περίπου 3km), συνεπικουρούμενων και των καιρικών συνθηκών (νότιοι άνεμοι αρκετά συχνοί κάποιες περιόδους του έτους) καθιστούν το χωριό ευάλωτο στις εκπομπές αυτές, των οποίων οι επιπτώσεις, κατά γενική ομολογία, θα ήταν αμελητέες σε μια εγκατάσταση οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, μακριά από κατοικημένες περιοχές.
Το Πρόβλημα Διάθεσης του Αλμόλοιπου
Η γεωθερμία δεν αποτελεί μια ‘καθαρή’ πηγή ενέργειας με τη συμβατική έννοια του όρου – όπως για παράδειγμα η ηλιακή ή η αιολική. Αυτό συμβαίνει γιατί σαν βασικό παραπροϊόν της παραγωγικής διαδικασίας παράγεται υγρό αλμόλοιπο (άλμη με διάφορες προσμίξεις) σε σημαντικές ποσότητες. Η σύσταση του αλμόλοιπου εξαρτάται από τις ιδιαίτερες γεωλογικές και υδρολογικές συνθήκες του υπεδάφους.
Στη περίπτωση της Νισύρου, χημική ανάλυση του αλμόλοιπου έδειξε ότι περιέχει σημαντικές ποσότητες νατρίου, καλίου, ασβεστίου, μαγγανίου, χλωρίου, αμμωνίας, βορίου, φθορίου, αρσενικού, λιθίου, τεταρτοξείδιου του πυριτίου και άλλων μετάλλων. Αυτά καθιστούν τα γεωθερμικά ρευστά της Νισύρου αρκετά ‘βεβαρημένα’. Η ύπαρξη λοιπόν των προαναφερθέντων μετάλλων, εάν δεν τηρηθούν οι κατάλληλες προδιαγραφές κατακράτησης των, ελλοχεύει υψηλό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία.
Ο συνήθης τρόπος διάθεσης του αλμολοιπου είναι η επανεισαγωγή του σε άλλη γεώτρηση, κάτι που ελαχιστοποιεί τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, αλλά και εμπλουτίζει το υπόγειο γεωθερμικό πεδίο μεγαλώνοντας τη διάρκεια ζωής του. Εκείνο που δεν είναι ευρέως γνωστό, είναι πως η επανεισαγωγή παρουσιάζει τεχνικά προβλήματα επικαθήσεων σε σωληνώσεις και σε αντλιοστάσια, καθώς και στη γεώτρηση επανεισαγωγής
Αξίζει εδώ να σημειωθεί πως η περιοχή απόθεσης του αλμόλοιπου στη θάλασσα θα χαρακτηρισθεί ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΖΩΝΗ, με άμεση συνέπεια να θεωρείται ακατάλληλη για κολύμβηση και άλλες χρήσεις εκ μέρους των κατοίκων. [1]
Κάτι άλλο που δεν είναι ίσως ευρύτερα γνωστό είναι πως η θαλάσσια και παράκτια ζώνη της Νότιας Νισύρου, μαζί με τη νησίδα Στρογγυλή, είναι ενταγμένες στο δίκτυο NATURA με κωδικό τοποθεσίας GR4210007 και ανήκουν στην κατηγορία SCI (Κοινοτικής Σημασίας).
Η Νότια Νίσυρος είναι μια προστατευόμενη περιοχή και η εκμετάλλευση της Γεωθερμίας θα την μετατρέψει σε βιομηχανική ζώνη Αναρωτιόμαστε με ποίου την άδεια και υπό ποίους όρους;
Εκ των άνω, εύλογα προκύπτει πως η πιθανότερη μακροπρόθεσμη περιβαλλοντική επίπτωση από τη διάθεση ελλιπώς επεξεργασμένου αλμόλοιπου στη θάλασσα, συνδέεται με τη ΒΙΟΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ του. Οι κυριότεροι τοξικοί ρυπαντές του αλμόλοιπου που περιέχονται σε αξιοσημείωτες ποσότητες είναι η ελεύθερη αμμωνία, που είναι ΤΟΞΙΚΗ ΓΙΑ ΤΑ ΨΑΡΙΑ, το αρσενικό, που έχει ΑΘΡΟΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ και συσσωρεύεται κυρίως στα οστρακόδερμα, το βόριο και το μαγγάνιο τα οποία βρίσκονται στον αλμόλοιπο σε υψηλές συγκεντρώσεις [1].
Όσον αφορά την απόρριψη του αλμόλοιπου στη θάλασσα, η Ελληνική νομοθεσία εξουσιοδοτεί την εκάστοτε Νομαρχία ως υπεύθυνη για τη θέσπιση μέτρων που να καθορίζουν τα είδη, τις προϋποθέσεις (επεξεργασία), όσο και τις τιμές των ορίων των τοξικών αποβλήτων που καταλήγουν σε θαλάσσιους αποδέκτες της επικράτειάς της. Σε προφορική μας ερώτηση στην υπηρεσία περιβάλλοντος της Νομαρχίας Δωδεκανήσου, λάβαμε την απάντηση πως δεν υπάρχει καμία σχετική απόφαση από τον Νομάρχη, ούτε κάτι τέτοιο προβλέπεται στο μέλλον.
Το Χωροταξικό Σχέδιο για της Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ)
Το σύνολο του νέου χωροταξικού σχεδίου που συνέταξε η παρούσα κυβέρνηση έχει χαρακτηριστεί από πολλούς περιβαλλοντικούς και μη φορείς ως καταστροφικό για τη νησιωτική χώρα, προωθόντας αποδεδειγμένα αποτυχημένα μοντέλα ανάπτυξης – όπως η περίπτωση της άναρχης τουριστικής ανάπτυξης της νότιας Ισπανίας. Εξ’ αυτού και η υπαναχώρηση του ΥΠΕΧΩΔΕ σε πολλά σημεία του νόμου.
Όσον αφορά στο ειδικό πλαίσιο που αναφέρεται στις ΑΠΕ και ειδικότερα στην εκμετάλευση γεωθερμικών πεδίων ανά την Ελλάδα, χαρακτηρίζεται από τη σπουδή που επιδεικνύει για την εξαγωγή ευνοϊκών συνθηκών για τέτοιου είδους εγκαταστάσεις, αποσιωπώντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γεωθερμίας και φανερώνοντας ιδιαίτερη προχειρότητα στην αντιμετώπιση περιβαλλοντικών θεμάτων. Αφενός, συνειδητά την εξισώνει κυρίως με τα αιολικά πάρκα, παραπέμποντας στα ίδια κριτήρια ζωνών αποκλεισμού πλην μίας επουσιώδους προσθήκης: θεωρεί πως μια ζώνη ακτίνας 1500 μέτρων από παραδοσιακούς οικισμούς ή προστατευόμενες/δασικές κ.λ.π. περιοχές είναι αρκετή για τον περιορισμό των όποιων περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Δηλαδή προσπαθεί να πείσει πως πέρα από τα 1500 μέτρα η ρύπανση δεν θα γίνεται αντιληπτή [15]. Για το ενδεχόμενο της σεισμικής διέγερσης δεν αναφέρει τίποτα.
Η Σχέση της Γεωθερμίας με τη Σεισμικότητα
Επιστημονικά αποδεδειγμένη σχέση ή μη, της εκμετάλλευσης γεωθερμικών πεδίων και αυξημένης σεισμικότητας μεγάλου μεγέθους δεν υπάρχει στη βιβλιογραφία. Επίσης δεν υπάρχουν και εφαρμογές αντίστοιχες με το παράδειγμα της Νισύρου, δηλαδή εκμετάλλευση ενός αρκετά μικρού σε έκταση (3km2) πεδίου πάνω σε ενεργό ηφαίστειο, σε μια περιοχή ιδιαζόντως σεισμογενή (Νοτιοανατολικό Αιγαίο). Ας μην ξεχνάμε πως έχουμε ζήσει στη Νίσυρο ουκ ολίγες περιόδους σεισμικών εξάρσεων, τεκτονικής αλλά και ηφαιστειακής προέλευσης (1996).
Η εμπειρία σε εφαρμογές εκτός Ελλάδος έχει δείξει πως είναι πιθανό, συνεπικουρούμενης της σύστασης του υπεδάφους, ο ρυθμός επανεισαγωγής του γεωθερμικού ρευστού στον ταμιευτήρα να προκαλέσει πυκνούς χρονικά σεισμούς μεγέθους έως 3-4R. Θα πείτε πως η ένταση ενός τέτοιου σεισμού είναι μικρή, όμως οι ανθρωπογενείς σεισμοί συνήθως συμβαίνουν σε μικρά βάθη και ως εκ τούτου γίνονται αισθητοί δυσανάλογα με το μέγεθος τους, δεδομένου ότι χαρακτηρίζονται από μεγάλες επιταχύνσεις. Κάτι τέτοιο έχει συμβεί επανειλημμένα σε γεωτρήσεις στη Βόρεια Καλιφόρνια στην εγκατάσταση «The Geysers» [10]. Τέτοιοι σεισμοί είναι αισθητοί σε ακτίνα 3-5km. Να υπενθυμίσουμε πως τα Νικιά απέχουν 3km από την προτεινόμενη θέση της μονάδας στην Αγία Ειρήνη.
Επίλογος
Στο παρών κείμενο, προσπαθήσαμε να παρουσιάσουμε την εμπειρία που έχει αποκομίσει η επιστημονική κοινότητα και τα ερωτήματα, τεχνικά και περιβαλλοντικά, που τίθενται από τη λειτουργία ενός γεωθερμικού σταθμού με σκοπό την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Εξαιτίας τόσο της ιδιαίτερης τοπογραφίας της Νισύρου (μικρή αξιοποιήσιμη έκταση γεωθερμικού πεδίου και ανάγλυφο του τοπίου), όσο και της έλλειψης απαραίτητης πρότερης εμπειρίας σε ενεργό ηφαίστειο, οι προβληματισμοί που ανακύπτουν είναι ακόμα πιο έντονοι σε σχέση με πιο κατάλληλες περιοχές για την εγκατάσταση μιας τέτοιας μονάδας (π.χ. Λέσβος).
Επιπλέον η έλλειψη απαραίτητων δικλείδων ασφαλείας στην περίπτωση μη ορθής λειτουργίας ενός τέτοιου σταθμού καθώς και του απαραίτητου νομικού πλαισίου (μέγιστες επιτρεπόμενες συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων τόσο στην ατμόσφαιρα όσο και στη θάλασσα), καθιστούν την περίπτωση της Νισύρου να ομοιάζει με την ανάπτυξη ενός πειραματικού μοντέλου για τον τρόπο εκμετάλλευσης της γεωθερμικής ενέργειας υψηλής ενθαλπίας, με υψηλό ρίσκο.
Θεωρούμε λοιπόν καταλληλότερη την αξιοποίηση της γεωθερμικής ενέργειας χαμηλής ενθαλπίας για την κάλυψη μέρους των ενεργειακών αναγκών της τοπικής κοινωνίας της Νίσυρο (θέρμανση θερμοκηπίων, κατοικιών, κ.τ.λ). Το υψηλό ρίσκο που προϋποθέτει η εγκατάσταση μιας ηλεκτροπαραγωγικής μονάδας και οι παρελκόμενες συνέπειες μιας κακοδιαχείρησης – πράγμα όχι σπάνιο για τα Ελληνικά δεδομένα – ή η ενδεχόμενη διέγερση της σεισμικής ακολουθίας, θα είναι ιδιαιτέρως δυσάρεστες στον τοπικό πληθυσμό, καθώς και στην τουριστική ανάπτυξη που διαγράφεται έντονη τα τελευταία χρόνια.
Για την παραγωγή ενέργειας που θα καλύπτει το φορτίο του νησιού, θα ήταν μακράν καταλληλότερη και ασφαλέστερη η χρήση ήπιων και πραγματικά ανανεώσιμων πηγών, όπως ο ήλιος ή ο άνεμος – που υπάρχουν όλο το χρόνο σε αφθονία και θα συντελέσουν θετικά στην αειφορία. Κανείς όμως δεν έχει μελετήσει σοβαρά ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Συμπεραίνεται λοιπόν πως το πρόβλημα της Γεωθερμίας στη Νίσυρο είναι πρωτίστως χωροταξικό και ως εκ τουτου ανυπέρβλητο. Μια Γεωθερμική Ηλεκτροπαραγωγική Μονάδα στη Νίσυρο θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από αυτά που υποτιθέμενα θα λύσει. Γεωθερμικοί σταθμοί λειτουργούν με επιτυχία παγκοσμίως, αλλά σε λειτουργικά εύρυθμα και οργανωμένα κράτη, πάνω από γεωθερμικά πεδία μεγάλης έκτασης, με δυνατότητες άμεσης παρέμβασης σε περίπτωση ατυχήματος και μακριά από κατοικημένες περιοχές.
Εν κατακλείδει, θα πρέπει η τοπική κοινωνία να αποφασίσει σχετικά με τη λειτουργία ενός τέτοιου συστήματος, λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, αφού τελικά αυτή θα επωμιστεί τις παρελκόμενες συνέπειες.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
[1] Ι. Καλδέλης, 1994. ‘Εισαγωγή στην αξιοποίηση της γεωθερμίας’
[2] ΔΕΗ ανανεώσιμες – http://www.ppcr.gr. ‘Γεωθερμική ενέργεια’
[3] Ανδρίτσος Ν., Καράμπελας Α., Φυτίκας Μ., 1999. ‘Η αξιοποίηση της Γεωθερμικής ενέργειας στην Ελλάδα: Παρούσα κατάσταση, τεχνικά προβλήματα, προοπτικές’. 6ο Εθνικό Συνέδριο ΙΗΤ – Βελτιστοποίηση Ενεργειακών Διεργασιών, Τόμος Α.
[4] Καλδέλης Ι., Καββαδίας Κ. – ‘Αξιοποίηση γεωθερμικών πεδίων υψηλής ενθαλπίας’. 10η Εργαστηριακή Εφαρμογή
[5] Βήχος Γ., 1993. ‘Γεωθερμία και περιβάλλον’. 3ο Συνέδριο περιβαλλοντικής επιστήμης και τεχνολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου’. Τόμος Β’.
[6] Χατζηγιάννης Γ., Τραγάνης Γ., Βρέλλης Γρ., 1998. ‘Στήριξη Επενδύσεων με την εξάλλειψη του γεωλογικού κινδύνου στην αξιοποίηση της Γεωθερμίας’. Εθνικό συνέδριο για την εφαρμογή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. ΕΜΠ-RENES. Ίδρυμα Ευγενίδου-Αθήνα.
[7] Καλδέλης Ι., 1992. ‘Οικονομική βιωσιμότητα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας’. Διδακικές σημειώσεις για το μεταπτυχιακό τμήμα διαχείρισης ενέργειας. TU Berlin – ΙΤΕ/ΕΛΚΕ
[8] http://www.epa.gov. US Environmental Protection Agency
[9] http://www.process-equipment.globalspec.com. Globalspec – The Engineering Search Engine
[10] Kagel A., Bates D., Garvel K., 2007. ‘A guide to geothermal energy and the environment. Geothermal Energy Association
[11] Glanz J., 5/7/2009. ‘Ελπίδες για καθαρή ενέργεια αλλά και φόβοι για σεισμούς’. The New York Times – Aναδημοσίευση στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία
[12] Lepisto C., 21/1/2007. http://www.treehugger.com. ‘Geothermal power plant triggers earthquake in Switzerland.
[13] ΥΠΕΧΩΔΕ, http://www.minenv.gr. ‘Το δίκτυο NATURA 2000 και οι προστατευόμενες περιοχές’.
[14] Α. Ζερβός, 2007, ‘Νέες και Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας’ Εκδόσεις Ε.Μ.Π
[15] Ειδικό Πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας