Ένα έθιμο, που συνδυάζει άριστα το έντονο θρησκευτικό συναίσθημα των Νισυρίων, με την ψυχαγωγία. Πρόκειτα για τον γνωστό χορό «εμπρός», με τον οποίο εψυχαγωγούντο ανέκαθεν οι Νισύριοι, με την διαφορά ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, ψυγαγωγούμενοι, ενίσχυαν και τα οικονομικά του μοναστηριού της Παναγίας Σπηλιανής, του οποίου ο ρόλος στην οικονομικο-κοινωνική ζωή του νησιού ήταν κυρίαρχος. Μεταξύ πολλών άλλων υποχρεώσεων, το μοναστήρι είχε την ευθύνη λειτουργίας των σχολείων του νησιού, αρμοδιότης η οποία απαιτούσε σημαντικά ποσά προς διάθεση. Φαίνεται λοιπόν ότι οι Νισύριοι με τον χορό αυτό εξασφάλιζαν την συγκέντρωση ενός σημαντικού ποσού για να μπορεί το μοναστήρι να ανταποκρίνεται στις οικονομικές υποχρεώσεις του. Πότε άρχισε το έθιμο, κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει με ακρίβεια. Θα πρέπει πάντως να αναζητήσουμε τις ρίζες του στο απώτερο παρελθόν. Το σημαντικό και συνάμα θετικό είναι ότι το έθιμο εξακολουθεί να τηρείται μέχρι σήμερα, με θρησκευτική θα λέγαμε ευλάβεια.
Πιο συγκεκριμένα. Το βράδυ της 15ης Αυγούστου, ημέρας που γιορτάζει το μοναστήρι της Παναγίας Σπηλιανής στο Μανδράκι Νισύρου, όλος ο κόσμος συγκεντρώνεται στην «τράπεζα», το χοροστάσι, για το βραδινό γιορταστικό γλέντι, που αρχίζει πάντα με την «κούππα».
Κούππα, είναι το γνωστό, βαθύ οικιακό σκεύος, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση αποτελεί ένα είδος εκκλησιαστικού σκεύους, στο οποίο ρίχνουν τον οβολό τους οι άντρες, τιμώντας τη γυναίκα που επέλεξαν για να κρατήσει το μπροστάρι του χορού, κρατώντας την. Σιγά- σιγά επικράτησε να ονομάζεται «κούππα» και ο αντίστοιχος χορός στον οποίο αποκλειστικά ως χορεύτριες συμμετέχουν γυναίκες, με ελάχιστες εξαιρέσεις, συμμετοχής ανδρών. Παλιά, η θέση στο μπροστάρι του χορού δεν ορίζετο αυθαίρετα ούτε τυχαία. Ακουλουθείτο αυστηρό εθιμοτυπικό, σύμφωνα με το οποίο ο ιερέας ή ο ηγούμενος της Μονής έκανε την έναρξη δίνοντας στο δήμαρχο το δικαίωμα να επιλέξει πρώτος. Με δική του υπόδειξη ο εκπρόσωπος της εκκλησίας έδινε την κούππα στη μητέρα, τη σύζυγο, την κόρη του ή σε όποια γυναίκα ο πρώτος πολίτης του τόπου θεωρούσε πως άξιζε να αποδοθεί μεγαλύτερη τιμή. Σήμερα αυτό το εθιμοτυπικό έχει ατονίσει. Αλλά μόνο αυτό. Μετά την έναρξη του χορού, η κούππα περνά από χέρι σε χέρι σε πολλές άλλες γυναίκες. Καθώς η γυναίκα που παίρνει το μπροστάρι χορεύει, ο άντρας ο οποίος την τιμά, ρίχνει τον οβολό του στην κούππα που εκείνη κρατά. Χαρακτηριστικό των παλαιοτέρων αλλά και των προσφάτων ετών ήταν το ότι οι μετανάστες, κυρίως στην Αμερική, ευρισκόμενοι στο νησί, έρριχναν στην κούππα πολλά δολάρια (είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως φρόντιζαν να εξασφαλίσουν μονά ώστε να φαίνονται πάρα πολλά). Έτσι εκπλήρωναν το τάμα να τους αξιώσει η Παναγιά να γυρίζουν κάθε χρόνο στη χάρη της, γεμίζοντας την κούππα με λεφτά. Η επιλογή της γυναίκας που ηγείται του χορού κάθε φορά είναι δηλωτική των ποικίλων συναισθημάτων τα οποία τρέφει γι’ αυτήν ο ‘’ χορηγός’’ της . Για τις κυρίες μεγάλης ηλικίας σημαίνει φυσικά κατάθεση σεβασμού. Οι μητέρες, οι γιαγιάδες, οι πεθερές, οι νουνές, οι δασκάλες, απολαμβάνουν παίρνοντας την κούππα, την εκτίμηση, την αναγνώριση, το ‘’ σέβας’’ που κατέκτησαν με την ωριμότητα και την πολύχρονη προσφορά μέσω του ρόλου τους. Για τις παντρεμένες γυναίκες, συνιστά επιβεβαίωση της κυρίαρχης θέσης που διατηρούν στις καρδιές των συζύγων τους. Για τις κόρες, είναι έκφραση πατρικής αγάπης και τρυφερότητας. Για τις ανύπαντρες, ιδιαίτερα σε προηγούμενες εποχές η κούππα ήταν ευκαιρία για έκφραση από τα παλικάρια που τις διάλεγαν και ερωτικών συναισθημάτων. Τότε που οι ευκαιρίες προσέγγισης του άλλου φύλου δεν ήταν πολλές, οι νεαροί άντρες δίνοντας στην εκλεκτή τους το μπροστάρι και τον οβολό στην κούππα, έδιναν και μηνύματα καρδιάς που τα λεύτερα κορίτσια προσδοκούσαν με λαχτάρα. Πολλά ζευγάρια έκαναν αρχή της κοινής τους ζωής από την κούππα. Αυτά τα ανδρόγυνα μάλιστα, θεωρώντας θεμέλιο του γάμου τους την ευλογία της Παναγίας ζούσαν συνήθως αρμονικά, κάνοντας συχνά με συγκίνηση, αναφορά στο έθιμο που τους έφερε κοντά.
Διακαής πόθος κάθε Νισυροπούλας είναι να χορέψει πολλές φορές στην κούππα αφού, στη μικρή κοινωνία του τόπου μας η επιλογή αυτή αποτιμάται ως επιβεβαίωση της αξίας της και ως έκφραση συμπάθειας, θαυμασμού, αγάπης προς το πρόσωπό της. Το να εξαιρεθεί από την κούππα μια κοπέλα, παλαιότερα σήμαινε είδος προσβολής και ταπεινώσεως. Γι αυτό οι άντρες που το γνώριζαν καλά, δεν επέτρεπαν να εκτεθεί κοινωνικά καμιά γυναίκα του σογιού τους, ή απλώς γνωστή τους, ούτε να πληγωθεί βεβαίως γευόμενη το πικρό συναίσθημα της απόρριψης. Το αποτέλεσμα φυσικά ήταν ο χορός να κρατά πολλές ώρες ώστε να έρθει για όλες η σειρά.
Μπορεί να λεχθεί ότι, τουλάχιστον στα παλιότερα χρόνια, τα νεαρά κορίτσια του νησιού, στην πλειοψηφία τους, έπαιρναν επαξίως την κούπα και το μπροστάρι χωρίς εγωισμό, αλλά με το ήθος, την αυθεντικότητα, την ανεπιτήδευτη ομορφιά και φρεσκάδα της ηλικίας τους. Αυτά ήταν αρετές που τότε μετρούσαν πολύ, και δημιουργούσαν προς το άλλο φύλο ισχυρούς πόλους έλξης.
Μετά το πέρας του χορού τα χρήματα παραδίνονται στην επιτροπή της Μονής για καταμέτρηση. Το τελικό ποσό των εσόδων ανακοινώνει πανηγυρικά κάποιος που κάθε φορά ορίζεται και τότε αρχίζουν οι προσφορές κυρίως των απόντων στο εξωτερικό αλλά και των παρόντων. Ο κόσμος χειροκροτεί με ενθουσιασμό για τις προσφορές αλλά και για τη συνέχιση του εθίμου και θεωρεί το τελικό αποτέλεσμα, συλλογικό κατόρθωμα στο οποίο είχε ο καθένας προσωπική συμμετοχή. Όσο μπορούσε. Πάντα όμως με διάθεση, γενναιοδωρία, φιλότιμο. Όπου κι αν βρεθεί ο Νισύριος της διασποράς, κουβαλά στις αποσκευές τού νου και της ψυχής του αναμνήσεις από τα πανηγύρια μας στα οποία το κέφι είναι πηγαίο, ανεξάντλητο και η συμμετοχή καθολική. Η πίστη και η προσήλωση στις παραδοσιακές αξίες εξασφάλιζε για κάθε άνθρωπο τη δική του θέση στην κοινωνία. Η συμμετοχή στα κοινά δρώμενα ήταν πηγή γνήσιων, θετικών συναισθημάτων που πάλευαν και νικούσαν τη μιζέρια και την απομόνωση. Παρά τη φτώχεια και την ανέχεια οι καρδιές παρέμεναν ανοιχτές. Στις χαρές και τις λύπες όλοι μαζί έδιναν και έπαιρναν. Έτσι αλάφρωναν από τα βάρη και δυνάμωναν για τη συνέχεια της βιοπάλης.
Σήμερα το έθιμο της κούππας επικράτησε και στα υπόλοιπα μεγάλα πανηγύρια του νησιού. Εκτός από το Δεκαπενταύγουστο στο Μανδράκι απ’ όπου ξεκίνησε, η κούππα χορεύεται πλέον σε όλα τα χωριά. Συγκεκριμένα: Στις 14 Σεπτεμβρίου στο πανηγύρι του Σταυρού στο Άργος. Στους Πάλους 30 Ιουνίου, των Αγίων Αποστόλων. Στον Εμποριό στην Παναγία την Κυρά το Δεκαπενταύγουστο και 9 Νοεμβρίου του Ταξιάρχη. Στα Νικιά στις 26 Σεπτεμβρίου, του Αγίου Θεολόγου και 21 Νοεμβρίου των Εισοδίων. Και σε άλλες όμως περιπτώσεις, χορεύεται ο χορός της κούππας, όπως συνέβη το καλοκαίρι του 2013 στην Ευαγγελίστρια, στην εκδήλωση με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για την προστασία των τοιχογραφιών στα μοναστήρια, του Αρμά, των Σιωνών και της Διαβατινής.
Για τους λόγους αυτούς είναι πολύ σημαντικό το γεγονός πως στη Νίσυρο τα έθιμα όχι μόνο διατηρούνται αλλά εξακολουθούν να αποτελούν ανεκτίμητα κεφάλαια ζωής τόσο για τους κατοίκους της όσο και για τους ξενιτεμένους της. Συχνά η προέλευση ενός εθίμου γίνεται λόγος διαμάχης, και για την πατρότητά του δημιουργούνται έριδες επειδή τη διεκδικούν πολλοί τόποι. Απ΄ όσα γνωρίζουμε, η κούππα εκτός από τη Νίσυρο, σήμερα χορεύεται αλλά περιστασιακά και στην Τήλο και την Καρδάμαινα. Η υιοθεσία ενός εθίμου δεν είναι αθέμιτη ούτε βεβαίως συνιστά κλοπή. Αντιθέτως είναι απόδειξη πως το έθιμο αυτό βρίσκει ερίσματα στις ανθρώπινες ανάγκες γι αυτό διευρύνεται, εξαπλώνεται και καθιερώνεται ως γνήσια λαϊκή παρακαταθήκη. Η αξία της βρίσκεται ακριβώς στη δύναμη να πολλαπλασιάζεται όσο μοιράζεται.
(Το σημείωμα αυτό στηρίχθηκε κυρίως, στην εισήγηση της κας Ειρήνης Χαρτοφύλη-Θεοδώρου με τον ίδιο τίτλο, στα πλαίσια του συμποσίου της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου τον Ιούλιο του 2013).